Date2

Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024 22:40:17

rss

αναζήτηση

makripano

Κων/νος Τσοπάνης: Αλλοτινές Πρωτοχρονιές στα Μεσόγεια



Αλλάξτε μέγεθος

palia mesogeia

Τα μεγάφωνα του δήμου μεταδίδουν ποντιακά κάλαντα σε μια πλατεία άδεια από κόσμο κι έρημη σαν εγκαταλελειμμένη, ενώ μια κουρελιασμένη σημαία, σήμα κατατεθέν μιας εποχής ολόκληρης που χάλασε όσο κι η ψυχή μας, «κυματίζει» εδώ και μέρες τα κουρέλια της στο καμπαναριό του μητροπολιτικού ναού.

Κι όμως αυτός ο τόπος είχε γνωρίσει και καλύτερες ημέρες….. δεν πάει ούτε ένας ολόκληρος αιώνας από τότε που φουστανελάδες Αρβανίτες και γριζοφόρες Αρβανιτοπούλες έπαιρναν από βραδύς τις ρούγες των χωριών των Μεσογείων, ομάδες – ομάδες, κι από ντεραυλή σε ντεραυλή έψελναν τη χάρη και τα θαύματα του Δεσπότη Σσëν Βασίλη, τσσë ίσς νj νjέρι με αρετή, νj σσούμ γλυκομίλη! Δεσπότη ίσς ξακούσουρε, τούττι μπότα ε ντίνιε!

Και μέσα από το αρβανίτικο καλημέρι ανακαλούνταν βυζαντινές αυτοκρατορικές μνήμες για το ρωμιό Αη Βασίλη από την Καισαρεία της Καππαδοκίας, που ήταν άνθρωπος με αρετή και με γλυκειά ομιλία. Δεσπότης ήταν ξακουστός, όλος ο κόσμος το ξέρει!

Κι οι νοικοκυράδες οι Αρβανίτισσες άνοιγαν τις ντεραυλές να ακούσουν και να ευλογηθούν από τη χάρη του Σσëν Βασίλη, και να μοιράσουν «δίπλιες μελωμένες» και φικ τë θέκουν (σύκα ξερά) και σταφίδες και μυδάλιε (αμύγδαλα) εδέ βε (κι αυγά) στους καλανταριστές για να τους γλυκάνουν.

Και με την πάροδο των χρόνων προστέθηκαν και τα μελομακάρουνα και οι κουραμπιέδες με τη ζάχαρη. Κι οι ευχές έδιναν κι έπαιρναν.

Μίρ σε τë βίνjë βίτι ρι, μίρ σε τë να πλjëκιενjë! : Καλώς να έρθει ο καινούριος χρόνος, καλώς να μας αρέσει, ευχόταν η παρέα των καλαντιστών,

Μότë σσούμë, τë να ρρόνjëν djέλτë εδέ bούρατë, εδέ μότë τë jέμι μιρ! : χρόνια πολλά! Να μας ζήσουν τα παιδιά και οι άνδρες και του χρόνου να είμαστε καλά! απαντούσαν οι νοικοκυράδες.

Γκëζούαρ βίτιν ε ρί εδέ νγκα μότë !: ευτυχισμένος ο καινούριος και του χρόνου να είμαστε καλά! εύχονταν κατεβάζοντας τα ποτηράκια με το κέρασμα.

Μίρ σε τë βίνjë βίτι ρι, μë σσινdέτ ε δασουρί: καλώς να έρθει ο καινούριος χρόνος με υγεία και αγάπη, απόσωναν τις ευχές τους και κινούσαν για την επομένη ντεραυλή, να ψάλλουν κι εκεί: γκjëγκιουνι βλλëζερ γκjëγκιουνι, θάμετë ι Σσëν Βασίλητ!

Τα μεσογείτικα σπίτια, μακρυνάρια, καμαρόσπιτα και οι πύργοι (δυώροφα), ήταν στολισμένα με κλαδιά από καταπράσινα άγρια δέντρα του βουνού, πουρνάρια, βένια, ντρίζα ι μάλλιτ, μπρέντι εδέ καρποσκίν, που ανέδιδαν την άγρια μυρωδιά τους μέσα στα δωμάτια.

Από την κατοχή και μετά έκανε την εμφάνιση του μαζί με τον στρατό κατοχής και το χριστουγεννιάτικο δέντρο…..

«Εδώ σε αυτήν την πλατέα το στήσανε πρώτη φορά οι Ιταλό – γερμανοί κατακτηταί», αφηγείτο ο λάλε Σταμάτη Ρ……. που –νεαρός τότε αντίκρυσε για πρώτη φορά αυτό το έθιμο.

Κι από τότε ο Δήμος το στήνει κάθε χρόνο…….

Πίσω από την πόρτα του σπιτιού και δίπλα στο πέταλο του αλόγου, κρέμονταν ένα ακόμα γούρι, η μπόσκα, το αγριοκρέμμυδο που το κοπανούσαν στα κεφάλια των παιδιών για γούρι και να τους πάει καλά ο χρόνος.

Από νωρίς το απόγευμα είχε τοποθετηθεί η μάγκε, η ξύλινη μεγάλη σκάφη, μπροστά στο τζάκι κι όλη η οικογένεια είχε πλυθεί για να πάει καθαρή στην εκκλησιά και να μεταλάβει.

Για αυτόν τον λόγο έπεφταν κι από νωρίς για ύπνο, για να ξυπνήσουν με την πρώτη καμπάνα και να πάνε να ακούσουν τη θεία λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου και να σταυροκοπηθούν ευλαβικά καθώς ο ιερέας μνημόνευε το όνομα «του Αγίου Ευαγγελίου» και άλλων αγίων της Ορθοδοξίας…..

Γυρίζοντας στο σπίτι, «νγκα κλjσσα τούκε άρδουρι, ευθύς τραπέζι στρώνει», όπως λέει και το καλημέρι του Σσëν Βασίλη, με αρνί ή γαλοπούλα στο ταψί, στα κλήματα, με πατάτες.

Ακολουθούσε το κόψιμο της Βασιλόπιττας, με το πρώτο κομμάτι στον Ιησού Χριστό, το δεύτερο στον Αη Βασίλη, το τρίτο στον νοικοκύρη κι ακολουθούσε ιεραρχικά «τούτι φαμίλια», όλη η οικογένεια.

Κι όποιος κέρδιζε το φλουρί τον γύριζαν στα συγγενικά σπίτια να κάνει ποδαρικό με το δεξί!

Νοσταλγικές μνήμες από εποχές παρωχημένες κι από φεγγάρια μακρινά και ξεχασμένα……

Χάζεψα με τα κάλαντα του Πόντου στην ερημωμένη και κρύα πλατεία και δεν θυμάμαι αν έστειλα μήνυμα ότι βγαίνω να πάω μέχρι το σούπερ μάρκετ να πάρω καμμιά σοκοφρέτα παραπάνω να έχουμε καβάντζα, να φάμε κάνα γλυκό μέρες που είναι...

Κωνσταντίνος Τσοπάνης (Εκ Κερατέας ορμώμενος)
Ιστορικός, Διδάκτωρ Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Θρησκειών

 

      Ακολουθήστε μας και στο twitter!     

 

Σχόλια